Στην εποχή της ευκολίας και των γρήγορων επιδιορθώσεων, όπου η παντελής έλλειψη βασικών ιστορικών γνώσεων γίνεται αφορμή για αστεία και viral βίντεο, η εμφάνιση ενός ιστορικού ντοκιμαντέρ όπως Σκοτεινή δεκαετία 1964-1974 του Αλέξης Παπαχέλα στο prime time ΟΥΡΑΝΟΣΗ αίσθηση και τα θετικά σχόλια που προκαλεί στους τηλεθεατές και στα κοινωνικά δίκτυα, καταδεικνύουν σε ποιο βαθμό υπάρχει ανάγκη για ιστορία, για μια ιστορία που δεν σιωπά. Ακόμα και στην τηλεόραση «πολλοί αμαρτωλοί».
Η μεγάλη επιτυχία του The Dark Decades 1964-1974 δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι γκρεμίζει τα στερεότυπα γύρω από μια περίοδο καταλυτικής σημασίας. Κι αυτό γιατί καταφέρνει να αναδείξει τη συναρπαστική πλευρά της ιστορίας γενικότερα, σε ένα κοινό που δεν έχει πρόσβαση σε αυτήν, τουλάχιστον στα μεγάλα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια.
Μια τολμηρή επιλογή με θετικά σχόλια
Η απόφασή του ΟΥΡΑΝΟΣ Η τοποθέτηση του ντοκιμαντέρ έξι επεισοδίων σε prime time κόντρα στους ισχυρότερους ανταγωνιστές στον τηλεοπτικό ανταγωνισμό (σειρές και ριάλιτι) μόνο θαρραλέα, αλλά και απόλυτη επιτυχία μπορεί να θεωρηθεί.
Ακόμα κι αν το μετράμε ψυχρά και κυνικά μόνο ως προς την τηλεθέαση, το σίγουρο είναι ότι το «Dark Decade» συχνά έχει υψηλότερη βαθμολογία από τα ριάλιτι του ΣΚΑΪ (Survivor, Tempting Fortune), καθώς και από το ριάλιτι από το Star, Farma, που βρίσκει « το αντίθετο», αλλά και από υψηλών προδιαγραφών σειρές άλλων καναλιών, όπως The Witch – Burning Heart (ANT1), Taboo (Mega).
Μια σημαντική επιτυχία, γιατί τα ψέματα είναι κακό. Έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε Μαύρο κουτίΗ ερευνητική εκπομπή του Παύλου Τσίμα, του Αλέξη Παπαχελά και του Τάσου Τέλλογλου στο Mega ξεσήκωσε το κοινό. Ειδικά στα χρόνια που κυριαρχούσε η συνήθεια του ριάλιτι, οι ερευνητικές δημοσιογραφικές εκπομπές ήταν σπάνιες και γενικά «καταδικάζονταν» σε εξορία από τη ζώνη της νυχτερινής ζωής. Και η «μάχη» τους ενάντια στον ανταγωνισμό ψυχαγωγίας έδειξε πόσο άνιση είναι η μάχη μεταξύ του καλού και του κακού μας εαυτού, όσον αφορά το ζάπινγκ.
Η Μαύρη Δεκαετία, όμως, ήρθε την κατάλληλη στιγμή για να δείξει τη δύναμη που μπορεί να έχει ένα σύγχρονο, καλά δομημένο τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ με ιστορικό περιεχόμενο, που παίρνει τον θεατή από το χέρι και τον καθοδηγεί στα γεγονότα που βιώνουν οι πρωταγωνιστές του, χωρίς ριζοσπαστικές ευρήματα, χωρίς γενικότητες, χωρίς πομπώδη τηλεοπτικά τεχνάσματα, αλλά μέσα από πλήθος ντοκουμέντων, συγκεντρωμένα πάνω από 25 χρόνια δημοσιογραφικής έρευνας.
Διαβάστε επίσης: Ο άνθρωπος πίσω από τα «Εγκλήματα» και το «You’re My Match» επιστρέφει με μια μεταφυσική κωμωδία
Γρήγορη επεξεργασία, προσωπικές ιστορίες, πολυάριθμα έγγραφα
Τα κύρια «όπλα» της Σκοτεινής Δεκαετίας είναι το σφιχτό και γρήγορο μοντάζ, η απλή αφήγηση και κυρίως ο πλούτος των στοιχείων και μαρτυριών, που δίνουν στον θεατή την ευκαιρία να αποκτήσει τη δική του εικόνα και τη δική του κρίση για τα γεγονότα. Και ταυτόχρονα ανακαλύψτε τη γοητεία της αληθινής ιστορίας, όπως τη μεταφέρουν μέσα από μικρές και μικρές προσωπικές ιστορίες οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της.
Πολιτικοί, καλλιτέχνες, συνταγματάρχες της χούντας, πρώην βασιλιάς Κωνσταντίνος, Αμερικανοί διπλωμάτες και πράκτορες, δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ, άνθρωποι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έπαιξαν ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων περιγράφουν τους εαυτούς τους μπροστά στο φακό τα κίνητρα των επιλογών τους. Αφηγούνται μικρές και μεγάλες ιστορίες μυστικών επαφών, νυχτερινών συλλήψεων, απειλών με το όπλο στο κεφάλι, στα παρασκήνια και τις συνθήκες που διαμόρφωσαν την πορεία των πραγμάτων.
Δεν είναι απαραίτητο να εκπαιδευόμαστε στην ιστορία για να παρακολουθούμε τις εξελίξεις. Ένας εντυπωσιακός όγκος οπτικού και ακουστικού υλικού σε βυθίζει στην εποχή και σε καθοδηγεί ήρεμα στις συνθήκες και το πλαίσιο της σκοτεινής δεκαετίας της Ελλάδας.
Διαβάστε επίσης: 17 νήματα: Η πρεμιέρα καθήλωσε το κοινό – «Η καλύτερη τηλεοπτική σειρά φέτος»
Τα πρώτα τέσσερα επεισόδια
Η σειρά, βασισμένη στα βιβλία του Αλέξη Παπαχελά, «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας» και «Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974», ξεκινά με ένα ιστορικό ντοκουμέντο της ύστερης περιόδου. Με την ασπρόμαυρη φωτογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος, φεύγοντας από το Παρίσι για την Αθήνα στις 23 Ιουλίου 1974, είπε στους ξένους δημοσιογράφους τα λόγια του Χάρι Τρούμαν: «Παιδιά, προσευχηθείτε για μένα». Και από εκεί επιστρέφει το 1964, στην Ελλάδα του 1960, της αντιπροσφοράς και της βιομηχανικής ανάπτυξης.
Παρουσιάζει τους πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής της εποχής, τις σχέσεις τους με τα ανάκτορα, τους στρατιωτικούς, διπλωμάτες και αμερικανούς πράκτορες και το πλαίσιο της αποστασίας του 1965. Με τη βοήθεια ηχητικών ντοκουμέντων, μεταφέρει τον θεατή στο και στο εσωτερικό του Λευκός Οίκος, ενώ λήφθηκαν κρίσιμες αποφάσεις για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Το δεύτερο επεισόδιο μας μεταφέρει στην Ελλάδα της αποστασίας και των πολιτικών κρίσεων, που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για μια ομάδα συνωμοτών του στρατού να εφαρμόσει ένα σχέδιο ανατροπής της Δημοκρατίας. Στο τρίτο επεισόδιο, τα τανκς κατεβαίνουν στην Αθήνα, καθώς μπαίνουμε στη νύχτα και τις πρώτες μέρες του πραξικοπήματος και της Χούντας των Συνταγματαρχών.
Σαν σκηνές ταινίας, βλέπουμε ασπρόμαυρα πλάνα τανκ στους κεντρικούς δρόμους, κόσμο να παρακολουθεί τις εξελίξεις μπροστά από βιτρίνες με τηλεοράσεις και ένοπλους στρατιώτες μπροστά στη Βουλή, ενώ ακούμε τη φωνή από τον αρχισυντάκτη της Καθημερινής. Ελένη Βλάχου περιγράφοντας όσα είδε τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου και καταλήγοντας αναφερόμενος στους ιδρυτές της χούντας: «Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να είναι μόνο εγκληματίες, πρέπει να είναι και ανόητοι. Πόσα χρόνια θα χρειαστούν για να επιστρέψει ο τόπος όπως ήταν χθες;
Το τέταρτο επεισόδιο, που μεταδόθηκε τη Δευτέρα το βράδυ, ταξιδεύει τον θεατή στην επταετία, την αποτυχία του αντικινήματος του πρώην βασιλιά Κωνσταντίνου και τα πρώτα σημάδια μαζικής αντίστασης στη χούντα, με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ενώ αυτόπτες μάρτυρες περιγράφουν τη στιγμή της εισβολής του τανκ, 17 Νοεμβρίου 1973.
Απομένουν ακόμη δύο επεισόδια για να ολοκληρωθεί ο κύκλος των ντοκιμαντέρ, κάτι που το έχει ήδη αποδείξει ερευνητική δημοσιογραφία μπορεί να πάρει πολλά ελκυστικός και ως τηλεοπτικό «προϊόν», να δημιουργεί τάση στα κοινωνικά δίκτυα και να διεκδικεί τη θέση που του αξίζει στην τηλεοπτική σκηνή. Το περιμένουμε με ανυπομονησία.